Για την εξέταση της Νεοελληνικής Γλώσσας 2018 επιλέχτηκαν δύο επιφυλλίδες του αείμνηστου Δ. Μαρωνίτη από Το Βήμα και διασκευάστηκαν. Παρακάτω με έντονη γραφή τα επιλεγμένα αποσπάσματα. Καλή δύναμη σε όλους.
Δ. Ν. Μαρωνίτης, Παιδεία και εκπαίδευση ΤΟ ΒΗΜΑ: 01/03/2009
Δύο
όροι που συχνά πυκνά εναλλάσσονται, σάμπως να πρόκειται για συνώνυμα, με
ταυτόσημο νόημα και στόχο· θεωρητικό και πρακτικό. Στον έλεγχο αυτής της
διάχυτης παρεξήγησης, που διευκολύνεται και από την ετυμολογική συγγένεια των
επίμαχων όρων, επέμεινε η προχθεσινή μου εισήγηση στην ημερίδα που διοργάνωσε
το Ιστορικό Αρχείο του Πανεπιστημίου Αθηνών προς τιμήν του Αλέξη Δημαρά, με
τίτλο « Συζητώντας και πάλι για την Παιδεία». Οπου ακούστηκαν τρεις εισηγήσεις
(του Νίκου Αλιβιζάτου, της Αννας Φραγκουδάκη και της αφεντιάς μου, για να
καταλήξει το πράγμα σε συζήτηση στρογγύλης τραπέζης, με παράλληλες επεμβάσεις
της Εφης Αβδελά, του Κώστα Γαβρόγλου, του Αλέξη Δημαρά, του Σωκράτη Κουγέα και
του Αντώνη Λιάκου).
Η τιμητική αφιέρωση της ημερίδας στον Αλέξη Δημαρά ελέγχεται αυτονόητη, για όσους τουλάχιστον παρακολουθούν με νηφάλια προσοχή την ιστορία της τραυματικής εξαρχής εκπαίδευσής μας και τις αμεταρρύθμιστες μεταρρυθμίσεις της. Η περίπτωση πάντως του Αλέξη Δημαρά πρέπει να θεωρηθεί παραδειγματική εξαίρεση στον κανόνα που λέει ότι: οι περί Παιδείας και Εκπαίδευσης συζητήσεις που γίνονται, χρόνια τώρα, στον τόπο μας πραγματοποιούνται συνήθως από πρόσωπα που δεν έχουν εμπράγματη πείρα της εκπαιδευτικής μας πραγματικότητας· τούτο ισχύει κατ΄ εξοχήν για όσους αναλαμβάνουν από θέσιν ισχύος να ρυθμίσουν τις εκάστοτε επιπλοκές και εμπλοκές της. Αντίθετα στο θολό αυτό ρεύμα ο Αλέξης Δημαράς επέμεινε και επιμένει ανυποχώρητος στον σχολικό χώρο μια ολόκληρη ζωή, αποφεύγοντας δελεαστικούς πειρασμούς για μετακίνηση σε λιγότερο εύφλεκτες εκπαιδευτικές και παιδευτικές περιοχές. Από αυτήν εξάλλου τη μάχιμη συμμετοχή προέκυψαν οι πολύτιμες (ερευνητικές, συγγραφικές και συντονιστικές) προσφορές του. Και τώρα επί του προκειμένου.
Ως ρίζα και κορμός ενός πολύκλαδου δέντρου, η λέξη Παιδεία (δυσμετάφραστη ή και αμετάφραστη στις ξένες γλώσσες) εμφανίζει εξελισσόμενο, σημασιολογικό και λειτουργικό εύρος και βάθος. Οι αρχές της ανιχνεύονται στον Αισχύλο και στον Σοφοκλή, δηλώνοντας κατ΄ αρχήν την τροφή και την ανατροφή ενός παιδιού, αλλά και την καλλιέργεια ενός δέντρου. Στον Πλάτωνα η λέξη σαφώς πλέον αναβαθμίζεται και αναδεικνύεται σε μέτρο γνώσης και αρετής, καλύπτοντας τελικώς τόσο την πλατωνική οντολογία όσο και την πλατωνική επιστήμη. Η ίδια λέξη θεωρείται στην ελληνική αρχαιότητα ενίοτε συνώνυμη της νεαρής ηλικίας, ενώ σκοπίμως συνάπτεται κάποτε τόσο με την παιδεία όσο και με την παιδιά · σημαίνοντας την παιδαριώδη φλυαρία και ανοησία αφενός, το παίγνιο (ως διασκέδαση ή ως φιλόσοφη μέθοδο) αφετέρου. Στους Ρωμαίους η ελληνική παιδεία μεταφράστηκε όψιμα ως humanitas, και με το ιδεολογικό αυτό φορτίο υποστήριξε και υποστηρίζει εφεξής τις λεγόμενες ανθρωπιστικές σπουδές· άλλως πώς (κατά τη γνώμη μου κακώς): πειθαρχίες.
Η τιμητική αφιέρωση της ημερίδας στον Αλέξη Δημαρά ελέγχεται αυτονόητη, για όσους τουλάχιστον παρακολουθούν με νηφάλια προσοχή την ιστορία της τραυματικής εξαρχής εκπαίδευσής μας και τις αμεταρρύθμιστες μεταρρυθμίσεις της. Η περίπτωση πάντως του Αλέξη Δημαρά πρέπει να θεωρηθεί παραδειγματική εξαίρεση στον κανόνα που λέει ότι: οι περί Παιδείας και Εκπαίδευσης συζητήσεις που γίνονται, χρόνια τώρα, στον τόπο μας πραγματοποιούνται συνήθως από πρόσωπα που δεν έχουν εμπράγματη πείρα της εκπαιδευτικής μας πραγματικότητας· τούτο ισχύει κατ΄ εξοχήν για όσους αναλαμβάνουν από θέσιν ισχύος να ρυθμίσουν τις εκάστοτε επιπλοκές και εμπλοκές της. Αντίθετα στο θολό αυτό ρεύμα ο Αλέξης Δημαράς επέμεινε και επιμένει ανυποχώρητος στον σχολικό χώρο μια ολόκληρη ζωή, αποφεύγοντας δελεαστικούς πειρασμούς για μετακίνηση σε λιγότερο εύφλεκτες εκπαιδευτικές και παιδευτικές περιοχές. Από αυτήν εξάλλου τη μάχιμη συμμετοχή προέκυψαν οι πολύτιμες (ερευνητικές, συγγραφικές και συντονιστικές) προσφορές του. Και τώρα επί του προκειμένου.
Ως ρίζα και κορμός ενός πολύκλαδου δέντρου, η λέξη Παιδεία (δυσμετάφραστη ή και αμετάφραστη στις ξένες γλώσσες) εμφανίζει εξελισσόμενο, σημασιολογικό και λειτουργικό εύρος και βάθος. Οι αρχές της ανιχνεύονται στον Αισχύλο και στον Σοφοκλή, δηλώνοντας κατ΄ αρχήν την τροφή και την ανατροφή ενός παιδιού, αλλά και την καλλιέργεια ενός δέντρου. Στον Πλάτωνα η λέξη σαφώς πλέον αναβαθμίζεται και αναδεικνύεται σε μέτρο γνώσης και αρετής, καλύπτοντας τελικώς τόσο την πλατωνική οντολογία όσο και την πλατωνική επιστήμη. Η ίδια λέξη θεωρείται στην ελληνική αρχαιότητα ενίοτε συνώνυμη της νεαρής ηλικίας, ενώ σκοπίμως συνάπτεται κάποτε τόσο με την παιδεία όσο και με την παιδιά · σημαίνοντας την παιδαριώδη φλυαρία και ανοησία αφενός, το παίγνιο (ως διασκέδαση ή ως φιλόσοφη μέθοδο) αφετέρου. Στους Ρωμαίους η ελληνική παιδεία μεταφράστηκε όψιμα ως humanitas, και με το ιδεολογικό αυτό φορτίο υποστήριξε και υποστηρίζει εφεξής τις λεγόμενες ανθρωπιστικές σπουδές· άλλως πώς (κατά τη γνώμη μου κακώς): πειθαρχίες.
Πλησιέστερη
ετυμολογικά και λειτουργικά προς τη ριζική παιδεία αναγνωρίζεται
η μεταγενέστερη εμπρόθετη εκπαίδευσις, παράγωγη του
ρήματος εκπαιδεύω, το οποίο, όσο βλέπω στα λεξικά, εμφανίζεται
πρώτη φορά στον πλατωνικό Κρίτωνα, με τη σημασία του διδάσκω
κάποιον κάτι ή εντυπώνω σε κάποιον κάτι με τη
διδασκαλία - αυτού του είδους η εκπαίδευση αφορά ενίοτε και την
προσαρμοστική άσκηση ενός ζώου.
Παραμένοντας στο κρίσιμο αυτό ζεύγος ( Παιδεία-Εκπαίδευση ) που συνιστά την κοινόχρηστη ως σήμερα ορολογία της σχολικής θεωρίας και πράξης, θα επιχειρήσω την άλλη Κυριακή μια, όσο γίνεται συντομότερη, σύγκριση των δύο ομογενών όρων, προκειμένου να φανούν κάποιες τυπικές συγκαλύψεις και επικαλύψεις, οι οποίες ευνοούν και συντηρούν ουσιαστικές παρεξηγήσεις. Θυμίζω σήμερα τα γνωστά και αυτονόητα: η λέξη εκπαίδευση έχει χρόνια τώρα εγκατασταθεί στη σχολική πρακτική, με ή χωρίς επιθετικό προσδιορισμό, για να δηλώσει κυρίως τις δύο πρώτες βαθμίδες της. Στις μέρες μας επικράτησαν οι όροι πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σε αντικατάσταση της στοιχειώδους και μέσης, που συνολικά ορίζονται ως Γενική Εκπαίδευση. Σε αντιδιαστολή προφανώς ο όρος παιδεία επιφυλάσσεται τιμητικά για την πανεπιστημιακού τύπου ανώτατη (πρόσφατα και ανώτερη) βαθμίδα. Παρά ταύτα η συντομογραφία ΑΕΙ αναλύεται στον επίτιτλο Ανώτατα (και Ανώτερα ) Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, οπότε η παιδεία φαίνεται να συμπάσχει, ονομαστικά τουλάχιστον, με την εκπαίδευση, διατηρώντας ωστόσο την ανωτερότητά της.
Παραμένοντας στο κρίσιμο αυτό ζεύγος ( Παιδεία-Εκπαίδευση ) που συνιστά την κοινόχρηστη ως σήμερα ορολογία της σχολικής θεωρίας και πράξης, θα επιχειρήσω την άλλη Κυριακή μια, όσο γίνεται συντομότερη, σύγκριση των δύο ομογενών όρων, προκειμένου να φανούν κάποιες τυπικές συγκαλύψεις και επικαλύψεις, οι οποίες ευνοούν και συντηρούν ουσιαστικές παρεξηγήσεις. Θυμίζω σήμερα τα γνωστά και αυτονόητα: η λέξη εκπαίδευση έχει χρόνια τώρα εγκατασταθεί στη σχολική πρακτική, με ή χωρίς επιθετικό προσδιορισμό, για να δηλώσει κυρίως τις δύο πρώτες βαθμίδες της. Στις μέρες μας επικράτησαν οι όροι πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σε αντικατάσταση της στοιχειώδους και μέσης, που συνολικά ορίζονται ως Γενική Εκπαίδευση. Σε αντιδιαστολή προφανώς ο όρος παιδεία επιφυλάσσεται τιμητικά για την πανεπιστημιακού τύπου ανώτατη (πρόσφατα και ανώτερη) βαθμίδα. Παρά ταύτα η συντομογραφία ΑΕΙ αναλύεται στον επίτιτλο Ανώτατα (και Ανώτερα ) Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, οπότε η παιδεία φαίνεται να συμπάσχει, ονομαστικά τουλάχιστον, με την εκπαίδευση, διατηρώντας ωστόσο την ανωτερότητά της.
Εξάλλου η παιδεία, εκτός τώρα
σχολικών ιδρυμάτων, έχει διευρυνθεί και ως περιεκτικός όρος του πολιτισμού, στα
κεφάλαια προπάντων των γραμμάτων και των τεχνών. Από την άποψη αυτή η μετάφραση
της ελληνικής λέξης παιδεία στη λατινική λέξη cultura έχει το
προσόν ότι μας θυμίζει τη ριζική σημασία της ως καλλιέργειας, σε μεταφορικό
τώρα επίπεδο. Προφανώς συνεχίζεται.
Παιδεία και εκπαίδευση (2) ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 08/03/2009
Ξαναπιάνω το θέμα από εκεί που το άφησα την περασμένη
Κυριακή, επιμένοντας ότι οι όροι παιδεία
και εκπαίδευση δεν είναι ούτε ετυμολογικά και σημασιολογικά συνώνυμοι ούτε
λειτουργικά ισοδύναμοι. Πράγμα που σημαίνει ότι η ευκαιριακή (μπορεί και
σκόπιμη) εναλλαγή τους στη θεωρία και στην πράξη δημιουργεί σύγχυση εις βάρος
και των δύο συντελεστών της κρίσιμης αυτής συζυγίας. Ζητούμενο επομένως παραμένει
ο νηφαλιότερος έλεγχος, προκειμένου να διαφανούν τόσο τα κοινά όσο και τα
διαφορετικά τους σημεία, που επιτρέπουν συγχρόνως τη σύγκριση και τη διάκρισή
τους. Που πάει να πει ότι: παιδεία και εκπαίδευση βρίσκονται εξ ορισμού σε
συμμαχική και συνάμα σε αντίπαλη σχέση. Κοινός τους παρονομαστής παραμένει η
διαβαθμισμένη γνώση ως μάθηση, ασκημένη κυρίως εντός θεσμοθετημένων θυλάκων της
πολιτείας, χωρίς να αποκλείεται και η ιδιωτική τους κηδεμονία, η οποία σε
ορισμένες περιπτώσεις παίρνει τη μορφή ταξικής και οικονομικής υπεροχής. Από εκεί και πέρα αρχίζουν προφανείς και
λανθάνουσες διαφορές, οι οποίες, ανάλογα με τον χώρο και τον χρόνο,
αυξομειώνονται, χωρίς όμως να καταργούνται. Οι διαφορές αυτές μοιράζονται
σε θεμιτές και αθέμιτες.
Οι θεμιτές προκύπτουν από τη διαφορετική τους φύση και τον αποκλίνοντα προορισμό τους. Δηλαδή: Η παιδεία είναι περισσότερο μέθοδος· η εκπαίδευση κυρίως πράξη. Η παιδεία είναι (πρέπει να είναι, για να μη παραβαίνει τον εαυτό της) λειτουργία λίγο πολύ ελεύθερη, κάποτε και ελευθέρια- επιλογή που αναγνωρίζεται στις προδρομικές κυρίως εφαρμογές των γραμμάτων και των τεχνών. Αντίθετα η εκπαίδευση ελέγχεται εκ προθέσεως εντεταλμένη. Η παιδεία είναι (οφείλει να είναι) προαιρετική· η εκπαίδευση θεωρείται, και σωστά, υποχρεωτική. Γενικότερα: Η παιδεία είναι σύστημα ανοιχτό, που αντιστέκεται (οφείλει να αντιστέκεται) στον άμεσο έλεγχο της πολιτείας αλλά και των ιδιωτικών φορέων, τουλάχιστον σε θέματα αρχής. Η εκπαίδευση προγραμματίζεται και περιορίζεται, κάποτε σε εκβιαστικό βαθμό, από τις μεταβαλλόμενες συχνά προθέσεις και ορέξεις της κυβερνητικής εξουσίας και του αρμόδιου υπουργείου, το οποίο επιμένει να ονομάζεται στη χώρα μας «Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων». Τέλος, η παιδεία υπόσχεται έρευνα και παραγωγή νέας γνώσης, που συμπληρώνει, διορθώνει ή και ακυρώνει την προηγούμενη. Η εκπαίδευση αντίθετα εκπροσωπεί και μεταδίδει την κεκτημένη γνώση, δυσφορώντας συνήθως με τις πειραματικές μετατροπές και ανατροπές.
Αυτά στη θεωρία, γιατί στην πράξη γίνονται πολλές και αυθαίρετες επιμειξίες (μιλώ περισσότερο για τα καθ΄ ημάς, αλλά όχι μόνον) με μεταφορά αμαρτωλών προτύπων της εκπαίδευσης στον χώρο της ανώτατης (και ανώτερης πρόσφατα) παιδείας, αλλά και αντιστρόφως· χωρίς μάλιστα να προκαλούνται οι αναμενόμενες αντιδράσεις της πανεπιστημιακής ή εκπαιδευτικής κοινότητας, αντιστοίχως. Πρόχειρο και επιδημικό παράδειγμα ο δικτατορικής έμπνευσης και επιβολής θεσμός του ενός και αποκλειστικού διδακτικού συγγράμματος (του διδάσκοντος κατά κανόνα) στα πανεπιστήμια, που ισχύει εδώ και σαράντα χρόνια-μόλις πρόσφατα έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση, με τους φοιτητές πάντως να δυσφορούν για την προτεινόμενη αλλαγή και τους περισσότερους καθηγητές σιωπηρώς να επιφυλάσσονται. Ομότροπος θεσμός ισχύει βέβαια και στον χώρο της Γενικής Εκπαίδευσης, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας-εκεί μάλιστα θεωρείται αυτονόητος και κρίνεται αμετάβλητος.
Οι θεμιτές προκύπτουν από τη διαφορετική τους φύση και τον αποκλίνοντα προορισμό τους. Δηλαδή: Η παιδεία είναι περισσότερο μέθοδος· η εκπαίδευση κυρίως πράξη. Η παιδεία είναι (πρέπει να είναι, για να μη παραβαίνει τον εαυτό της) λειτουργία λίγο πολύ ελεύθερη, κάποτε και ελευθέρια- επιλογή που αναγνωρίζεται στις προδρομικές κυρίως εφαρμογές των γραμμάτων και των τεχνών. Αντίθετα η εκπαίδευση ελέγχεται εκ προθέσεως εντεταλμένη. Η παιδεία είναι (οφείλει να είναι) προαιρετική· η εκπαίδευση θεωρείται, και σωστά, υποχρεωτική. Γενικότερα: Η παιδεία είναι σύστημα ανοιχτό, που αντιστέκεται (οφείλει να αντιστέκεται) στον άμεσο έλεγχο της πολιτείας αλλά και των ιδιωτικών φορέων, τουλάχιστον σε θέματα αρχής. Η εκπαίδευση προγραμματίζεται και περιορίζεται, κάποτε σε εκβιαστικό βαθμό, από τις μεταβαλλόμενες συχνά προθέσεις και ορέξεις της κυβερνητικής εξουσίας και του αρμόδιου υπουργείου, το οποίο επιμένει να ονομάζεται στη χώρα μας «Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων». Τέλος, η παιδεία υπόσχεται έρευνα και παραγωγή νέας γνώσης, που συμπληρώνει, διορθώνει ή και ακυρώνει την προηγούμενη. Η εκπαίδευση αντίθετα εκπροσωπεί και μεταδίδει την κεκτημένη γνώση, δυσφορώντας συνήθως με τις πειραματικές μετατροπές και ανατροπές.
Αυτά στη θεωρία, γιατί στην πράξη γίνονται πολλές και αυθαίρετες επιμειξίες (μιλώ περισσότερο για τα καθ΄ ημάς, αλλά όχι μόνον) με μεταφορά αμαρτωλών προτύπων της εκπαίδευσης στον χώρο της ανώτατης (και ανώτερης πρόσφατα) παιδείας, αλλά και αντιστρόφως· χωρίς μάλιστα να προκαλούνται οι αναμενόμενες αντιδράσεις της πανεπιστημιακής ή εκπαιδευτικής κοινότητας, αντιστοίχως. Πρόχειρο και επιδημικό παράδειγμα ο δικτατορικής έμπνευσης και επιβολής θεσμός του ενός και αποκλειστικού διδακτικού συγγράμματος (του διδάσκοντος κατά κανόνα) στα πανεπιστήμια, που ισχύει εδώ και σαράντα χρόνια-μόλις πρόσφατα έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση, με τους φοιτητές πάντως να δυσφορούν για την προτεινόμενη αλλαγή και τους περισσότερους καθηγητές σιωπηρώς να επιφυλάσσονται. Ομότροπος θεσμός ισχύει βέβαια και στον χώρο της Γενικής Εκπαίδευσης, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας-εκεί μάλιστα θεωρείται αυτονόητος και κρίνεται αμετάβλητος.
Συμπέρασμα:
αντί να δημιουργούνται δίαυλοι γόνιμης και ωφέλιμης επικοινωνίας μεταξύ
πανεπιστημιακής παιδείας και μέσης εκπαίδευσης, οι δύο περιοχές, φανερά ή
κρυφά, ανταλλάσσουν μάλλον τις ανυποχώρητες αμαρτίες τους. Το ζητούμενο δεν
είναι σίγουρα η άλωση του εκπαιδευτικού χώρου από την ακαδημαϊκή «αυθεντία»,
προτού μάλιστα η πανεπιστημιακή κοινότητα θεραπεύσει τις δικές της, εγγενείς
και επίκτητες, αδυναμίες. Η οποιαδήποτε συνεργασία προϋποθέτει την αρχή της
διαλογικής αμοιβαιότητας, και θα πρέπει να εντοπίζεται καταρχήν σε νευραλγικά
σημεία της παιδευτικής και εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Ενα από αυτά (μπορεί και το σημαντικότερο) είναι ο τύπος των σχολικών εγχειριδίων, τα οποία στον τόπο μας εξαρτώνται απολύτως από τα εντεταλμένα αναλυτικά προγράμματα, ευνοώντας τη γνωστή, διδακτική και εξεταστική, μηχανή της αποστήθισης και της αντιγραφής. Επ΄ αυτού όμως στο τρίτο ομότιτλο μονοτονικό της επόμενης Κυριακής, εν αναμονή των εαρινών, προβλεπτών και απρόβλεπτων, παθών.
Ενα από αυτά (μπορεί και το σημαντικότερο) είναι ο τύπος των σχολικών εγχειριδίων, τα οποία στον τόπο μας εξαρτώνται απολύτως από τα εντεταλμένα αναλυτικά προγράμματα, ευνοώντας τη γνωστή, διδακτική και εξεταστική, μηχανή της αποστήθισης και της αντιγραφής. Επ΄ αυτού όμως στο τρίτο ομότιτλο μονοτονικό της επόμενης Κυριακής, εν αναμονή των εαρινών, προβλεπτών και απρόβλεπτων, παθών.
Υ.Σ. Η λέξη παιδία, που
σημαίνει παιδαριώδη ανοησία, διορθώθηκε, ως μη όφειλε, στο προηγούμενο
μονοτονικό σε παιδεία , καθιστώντας ανόητο το νόημα της
φράσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου