Από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη η ποιητική συλλογή του Ηλία Γκρη σε δεύτερη έκδοση με κατεργασμένα διαμαντάκια που εξόρυξε ο καλός ποιητής από το μεταλλείο του.
Περιγραφή
Έτσι
βυθίστηκα βαθιά σαν δύτης
που ανασύρει αμφορείς
από αρχαία ναυάγια άνοιξα στοές
στο ξεχασμένο μεταλλείο μου
άγνωστα όντα φώτισα μισητά φαντάσματα
που έπιναν αίμα απ' το σφαγείο μου
χορεύοντας πίσω απ' τη νύχτα
κι από το βυθό της ανέβαινε
λυσίκομη κι έκλαιγε ψυχή αλμυρισμένη.
Και όσο κατέβαινα βαθιά
έβρισκα μόνο θάλασσα
κομμένες αγχόνες και νεκρούς
στο αλάτι και έφτασα
να γίνω θάλασσα.
που ανασύρει αμφορείς
από αρχαία ναυάγια άνοιξα στοές
στο ξεχασμένο μεταλλείο μου
άγνωστα όντα φώτισα μισητά φαντάσματα
που έπιναν αίμα απ' το σφαγείο μου
χορεύοντας πίσω απ' τη νύχτα
κι από το βυθό της ανέβαινε
λυσίκομη κι έκλαιγε ψυχή αλμυρισμένη.
Και όσο κατέβαινα βαθιά
έβρισκα μόνο θάλασσα
κομμένες αγχόνες και νεκρούς
στο αλάτι και έφτασα
να γίνω θάλασσα.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΑΞΙΔΙ
Ήταν
που, τότε ξεκίνησα μόνος απ' την οδό
Σολωμού
κατάμονος ανάμεσα σε παιδάρια που
χάζευαν
παλιές βιτρίνες και βρήκα ξόρκια
κρυμμένα
μαλάματα. Και ύστερα μπήκα λοξά
στην
Κάλβου μέσα σε θύελλα με μάγεψε η φω-
νή
σαν αλλόκοτος ήχος αρχαίου τύμπανου. Στα
μισά
της οδού Παλαμά ξέφυγα από στάχτες
και
απολιθώματα και βγήκα στη λεωφόρο Κα-
βάφη,
ώσπου* τι ερημιά στην οδό Καρυωτάκη
κι
έβρεχε η βροχή όπως πάνω σε πλήθος που
περιμένει
τη ζωή.
Βούλιαξαν
τα χρόνια μου βαθιά μες στην ποίηση.
Με
ποιόν να πορευτώ και σε ποιόν να μιλήσω;
Τώρα
αναδύομαι από τα βάθη της ποίησης πά-
ντα
μόνος και ταΐζω τα σκυλιά που γαβγίζουν
μέσα
στις λέξεις.
------
Σε καιρούς χαλεπούς η ποίηση είναι διέξοδος που, αν είχαν τον χρόνο και τη διάθεση να προστρέξουν, πολλοί θα ωφελούνταν και θα βρίσκανε απαντήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου