Το βραβείο ποίησης του περιοδικού "Διαβάζω" απονεμήθηκε φέτος στον Γιώργο Μπλάνα. Τα Στασιωτικά [1-50] στις εκδόσεις Γαβριηλίδη αξίζουν να διαβαστούν . Διάλεξα το ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΩΤΙΚΟ και το παραθέτω:
ΣΤΑΣΙΩΤΙΚΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
0 κόσμος σκίσιμο βαθύ· βράχια
κυνόδοντες, μπροστά
ποτάμι αγύριστο. Και στάθηκα
στην όχθη· απάνω
ένα τσιγκέλι φως, τα φύλλα
κρεμασμένα στο τσιγκέλι,
σαν κουρέλια υφασμένα με
σκοτάδι και σιωπή,
τα νερά σαν τα σπλάχνα
πορφυρά
και βαθιά στα νερά οι νεκροί:
ορθές γωνίες με τα νύχια της
σιωπής.
Και μια δαιμόνισσα, να
σκούζει σαν τρελή:
«Όχι πριν μάθει να σωπαίνει
με τις λέξεις.
Δεν το αντέχω πια το μαρτύριο
της ανώνυμης σιωπής!»
Μάταιος κόπος. Αυτός που είχε
το τσιγκέλι,
ο μακελάρης των τετραπόδων
ρημάτων:
"Βρωμιάρα, πάλι σου έκανα
χώρο,
πάλι σου άφησα τον άνθρωπο,
τον άνθρωπο!
Κι εσύ, εσύ ανορθόγραφη...
Είναι δικό μου αυτό το ρήμα·
θα το γδάρω, θα κρεμάσω το
πετσί του
στα κλαδιά των σκοταδιών μου,
να σαλεύει
όταν φυσάει απ' τη μεριά του
παραδείσου,
να παίζει μουσική με τους
συνδέσμους των ερπετών
και τις αρχαίες ρίζες των
αμετάβατων καρπών,
να ζητάει να τρυπώσει στον
Άδη.
Και μια μέρα με κατάμαυρα
φτερά:
Πάλι εδώ, τραγουδιστή; Μην
επιμένεις.
Δεν λέγονται αυτά που θέλεις
πίσω.
Μην πιστεύεις τη νύχτα.
Υπόσχεται τα πάνδεινα, όταν
ακούει τραγούδια.
Άδικα σ' έφερε σ' αυτόν τον
βάλτο: ποιητή
ανάστροφο σε ανάστροφους
καιρούς.
Οι νεκροί με τους ζωντανούς
εκεί πάνω
και οι νεκροί με τους νεκρούς
εδώ κάτω.
Κάνε τον λογαριασμό.
Δεν σου ανήκει καν η απουσία
σου· από καιρό'».
«Καλά, καλά!» εκείνη. «Μόνο
αποσαφήνισε αυτό το τσιγκέλι.
Δώσε μου ολόκληρο το ζώο μια
φορά.
Οι περισσότεροι νομίζουν πως
γράφομαι όλο σπλάχνα".
Στα φύλλα· πάχνη άγραφη η
ψυχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου