Την περασμένη Παρασκευή το σχολείο μας επισκέφτηκε τους Δελφούς. Έξω από το μουσείο των Δελφών μέσα σε ένα πνεύμα διεθνισμού-εξευρωπαϊσμού ή όπως αλλιώς μας αρέσει, όλες οι σημαίες αγέρωχες ανέμιζαν στο ύψος τους. Μόνο η ελληνική κρατιότανε όπως-όπως από ένα δέσιμο στον ιστό της· κουρελιασμένη, μεσίστια, miserabile visu. Με έπιασε κατάθλιψη αντικρύζοντάς την. Θα βρεθεί, άραγε, κανείς να διορθώσει την κατάσταση;
«Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη Χώρα.
Στην εκκλησία, στον κλίβανο, στο σπίτι, στ’αργαστήρι
παντού, στο κάστρο, στην καρδιά, τ’ αποκαΐδια, οι στάχτες.
Πάει κι ο ψωμάς, πάει κι ο χαλκιάς, πάει κ’ η γυναίκα, πάνε
τα παλικάρια, οι λειτουργοί, και του ρυθμού οι τεχνίτες,
του Λόγου και οι προφήτες.
Τα χέρια είναι παράλυτα, και τα σφυριά σπασμένα
και δε σφυροκοπά κανείς τ’ άρματα και τ’ αλέτρια
κι’ η φούχτα κάποιου ζυμωτή λίγο σιτάρι αν κλείσει
δεν βρίσκει την πυρά ζεστή ψωμί για να το κάνει.
Κι’ από κατάκρυα χόβολη μεστή η γωνιά, κι’ ακόμα
κι απ’τη γωνία του σπιτιού, πιο κρύα η καρδιά είναι.
Kακοκατάντησε η καρδιά του ανθρώπου. Κρίμα… κρίμα!
Σκοτεινό ερείπιο κι’ η εκκλησιά και δίχως πολεμίστρες
το κάστρο, και χορτάριασε κι’ έγινε βοσκοτόπι.
Κι’ ο μέγας Έρωτας μακριά, και είν’ άβουλος ο άντρας
κι’ άπραχτος, και στο πλάι του χαμοσυρτή η γυναίκα,
κυρά τους έχουν την σκλαβιά και δούλο τους το ψέμα.
Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη Χώρα.»
Κωστής Παλαμάς “Η Φλογέρα του βασιλιά”1910)
( Και να φαναστείς πως σήμερα είναι σβησμένες όλες οι φωτιές ίσως (και) επειδή άναψαν κι έκαψαν τόσες φωτιές χτες..)
ΑπάντησηΔιαγραφήΠόσο μελαγχολικά ωραίος ο συνδυασμός της από μόνης της μεσίστιας σημαίας μας και του ποιήματος!
Κι αυτή η ποίηση, βρε Γιάννη,πάντα έτοιμη για την κάλυψη των γεγονότων!
Ελπίζω κάποια στιγμή, Διονύση, να λάβει σάρκα και οστά και ο Προφητικός του Παλαμά:
ΑπάντησηΔιαγραφήνα ξημερώση μιαν αυγή ,
και να σε καλέση ο λυτρωμός ,
ω ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα !
Και θ’ ακούσης τη φωνή του λυτρωτή ,
θα γθυθής της αμαρτίας το ντύμα ,
και ξανά κυβερνημένη κι αλαφρή
θα σαλέψης σαν τη χλόη , σαν το πουλί ,
σαν τον κόρφο το γυναικείο , σαν το κύμα ,
και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί
να κατρακυλήσεις βαθιά
στου Κακού τη σκάλα -
για τ’ ανέβασμα ξανά που σε καλεί
θα αιστανθής να σου φυτρώσουν , ω χαρά !
τα φτερά ,
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα !